Μόραλης Γιάννης
Γεννήθηκε στην Άρτα το 1916. Σπούδασε στην ΑΣΚΤ της Αθήνας, ζωγραφική και χαρακτική με τους Αργυρό, Γερανιώτη, Παρθένη και Κεφαλληνό (1931-1936). Το 1937, με υποτροφία της Ακαδημίας Αθηνών, πήγε πρώτα στη Ρώμη και μετά στο Παρίσι, όπου παρακολούθησε μαθήματα νωπογραφίας στην École des Beaux Arts και ψηφιδωτού στην École des Arts et Metiers. Επέστρεψε στην Ελλάδα με την έναρξη του Πολέμου.
Το ταλέντο του είχε αναγνωριστεί από τα χρόνια του ’30 και του ’40, όταν παρουσίαζε έργα του σε ομαδικές εκθέσεις. Το 1947 εκλέχτηκε καθηγητής στην ΑΣΚΤ, όπου εργάστηκε επί 36 χρόνια, διδάσκοντας ζωγραφική σε πολλές γενιές νεότερων καλλιτεχνών.
Το 1949 συμμετείχε στην ίδρυση της ομάδας «Αρμός» και το 1958 εκπροσώπησε την Ελλάδα στη Μπιενάλε της Βενετίας (μαζί με τον Τσαρούχη και τον Αντώνη Σώχο). Το επόμενο έτος έκανε την πρώτη του ατομική έκθεση στην Αθήνα (1959, Αρμός).
Tο έργο του ξεκινάει από τους ζωγραφικούς προβληματισμούς της γενιάς του ’30, με μια εμφανή τάση αναζήτησης των ουσιαστικών στοιχείων της εικόνας, σε εικαστικό και εκφραστικό επίπεδο. Βαθμιαία οι συνθέσεις του αποκτούν μνημειακό χαρακτήρα και παραπέμπουν σε αρχαία ελληνικά ανάγλυφα. Η ανθρώπινη μορφή, κυρίως η γυναικεία, κυριαρχεί στο σύνολο της ζωγραφικής του. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 το έργο του επικεντρώνεται στις δομικές και πλαστικές αξίες. Η γεωμετρία των συνθέσεων τονίζεται και οι μορφές σχηματοποιούνται στο έπακρο, τείνοντας να ενωθούν με το χώρο. Τα θέματα, γυναικεία γυμνά ή ερωτικά συμπλέγματα, εντάσσονται σε αρμονικές συζεύξεις γεωμετρικών σχημάτων με επίπεδα χρώματα, παραμένοντας ωστόσο αναγνωρίσιμα.
Εκτός από τη ζωγραφική και τη χαρακτική, ασχολήθηκε και με σκηνικά και κοστούμια, κυρίως για το Θέατρο Τέχνης και το Εθνικό Θέατρο. Έκανε επίσης εικονογραφήσεις, αφίσες, τοιχογραφίες και γλυπτά. Διακοσμητικές συνθέσεις του βρίσκονται σε πολλούς εσωτερικούς και εξωτερικούς χώρους δημοσίων κτιρίων και στο σταθμό Πανεπιστήμιο του αθηναϊκού Μετρό.
Το έργο του, που εκφράζει άριστα την ευαισθησία της γενιάς του, εκτιμήθηκε από ποιητές και διανοούμενους και αγαπήθηκε από το κοινό. Έκανε 10 ατομικές εκθέσεις (κυρίως στη γκαλερί Ζουμπουλάκη) και συμμετείχε σε λίγες ομαδικές. Το 1988 παρουσιάστηκαν αναδρομικά όλες οι πλευρές της τέχνης του στην Εθνική Πινακοθήκη, στην οποία ο ζωγράφος δώρησε ένα μέρος του έργου του. Παράλληλα εκδόθηκε ένας μεγάλος τόμος με το σύνολο της δουλειάς του. Οι τελευταίες σημαντικές εκθέσεις του έγιναν στην Ακαδημία Αθηνών (1996) και στο Μουσείο Μπενάκη (2001).
Τιμήθηκε με διακρίσεις όπως το μετάλλιο του Ταξιάρχη του Φοίνικα (1965), το Αριστείο των Τεχνών της Ακαδημίας Αθηνών (1979) και το μετάλλιο του Ταξιάρχη της Τιμής (1999).